Του Γιώργου Χαρβαλιά
Η είδηση πέρασε στα ψιλά. Σωστά υπό μία έννοια. Το ότι οι Γερμανοί απαιτούν πλήρη κατάργηση του βέτο στην Ευρωπαική Ενωση δεν αποτελεί είδηση από οποιαδήποτε άποψη κι αν το πάρει κανείς.
Πρώτον, γιατί η εμμονή τους να κάνουν την Ευρώπη απέραντο γερμανικό τσιφλίκι, υφίσταται από την εποχή του Φρειδερίκου του Μεγάλου.
Και δεύτερον επειδή η έννοια του βέτο δεν υπάρχει στα σημερινά ευρωπαικά όργανα. Εχει προ πολλού καταργηθεί ντε φάκτο, προς όφελος της Γερμανίας. Απλά το Βερολίνο θέλει μια επίσημη υπογραφή προς αυτή την κατεύθυνση και φυσικά η Κομισιόν θα τρέξει να ικανοποιήσει την απαίτηση του.
- Αυτά λοιπόν δεν αποτελούν «ειδήσεις» . Δρομολογημένες εξελίξεις είναι. Τις οποίες όλοι οι υπόλοιποι θα κάτσουν να παρακολουθήσουν σαν υπνωτισμένοι. Χωρίς να είναι σε θέση να πουν το παραμικρό.
Οσοι πίστεψαν ότι η επιβολή του Βερολίνου θα περιοριζόταν μόνο σε θέματα οικονομικής και νομισματικής φύσεως επειδή «οι Γερμανοί ενδιαφέρονται μόνο για τη τσέπη τους», έκαναν τεράστιο λάθος. Οι Γερμανοί ενδιαφέρονται να κυριαρχήσουν. Και να αποφασίζουν από το πως θα ρυθμίζουμε τα ρολόγια μας, μέχρι το αν θα πληρώνουμε στο μπακάλικο με κάρτα ή μετρητά. Και αν στο ταμείο θα κάθεται Σομαλός ή Πακιστανός…
Θα ήταν αφελής αν θεωρούσε κάποιος ότι η Γερμανία δεν έχει την τελευταία δεκαετία τον απόλυτο έλεγχο στην διαδικασία λήψης αποφάσεων για θέματα που θεωρεί κρίσιμα ως προς τα συμφέροντα της. Το σύστημα της ψηφοφορίας στην Ευρώπη είναι πλέον απολύτως ναρκοθετημένο.
Γι αυτό και πολύ σπάνια οι ενδιαφερόμενες χώρες καταφεύγουν σε αυτό. Προτιμούν να παρακαλούν παρασκηνιακά το «διευθυντήριο», τους Γερμανούς δηλαδή, να αλλάξουν δυο-τρεις λέξεις στα κείμενα συμπερασμάτων, γιατί ξέρουν ότι αν φτάσουν στην «ύβρη» της ψηφοφορίας θα είναι αδύνατο να υπερκεράσουν το γερμανικό «μπλοκ».
Η σημερινή Ευρώπη, λοιπόν, δεν αφήνει κανένα περιθώριο σε μεμονωμένα κράτη να υπερασπιστούν τα συμφέροντα τους, ακόμη κι όταν αγγίζουν ζητήματα εθνικής επιβίωσης. Αν τα κράτη αυτά είναι και «ανάδελφα», δεν διαθέτουν δηλαδή εκλεκτικές συγγένειες ή κοινούς δεσμούς με άλλους μέσα στην Ευρωζώνη, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, τα εμπόδια γίνονται ανυπέρβλητα. Το διαπιστώσαμε και στο ζήτημα των κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας.
Για τα περισσότερα ζητήματα σήμερα εφαρμόζεται ο (γερμανικής επινόησης) κανόνας της «διπλής πλειοψηφίας». Χρειάζονται δηλαδή τουλάχιστον 4 χώρες που να αντιπροσωπεύουν πάνω από το 35% του πληθυσμού της ΕΕ για να μπλοκάρουν μία πρωτοβουλία του Βερολίνου. Πρακτικά αδύνατο, αν το σκεφτείτε. Κι από την άλλη η Γερμανία των 80 εκατομμυρίων μπορεί πανεύκολα με 3 από τους δορυφόρους της να μπλοκάρει οποιοδήποτε απόφαση δεν της αρέσει.
- Όμως αυτά δεν φτάνουν στους αχόρταγους Γερμανούς. Θέλουν τον απόλυτο έλεγχο και στους ελάχιστους τομείς (όπως εξωτερικής πολιτικής και άμυνας) όπου θεωρητικά χρειάζεται ομοφωνία.
- Το είπε χωρίς περιστροφές ο αγαπημένος υπουργός εξωτερικών της Μέρκελ, ο Χάικο Μάας: «Το βέτο πρέπει να φύγει. Για να μην γίνεται η ΕΕ όμηρος εκείνων που παραλύουν την εξωτερική πολιτική».
Την «εξωτερική πολιτική του Βερολίνου» εννοούσε βέβαια, αυτός ο αναιδής Γερμανός πολιτικός που έχει το και το θράσος να μας κοροιδεύει κατάμουτρα, λέγοντας πως αν υιοθετηθεί αυτή η…ανιδιοτελής πρωτοβουλία, θα μπορούσε ακόμη να καταψηφιστεί και μία γερμανική πρόταση. Σενάριο επιστημονικής φαντασίας για όλους τους λόγους που προαναφέραμε.
Ας μην θρέφουμε αυταπάτες. Οι «κυρώσεις» για τις οποίες κόπτεται σήμερα η Γερμανίδα πρόεδρος της Κομισιόν δεν έχουν καμία σχέση με ευαισθησίες για το παγκόσμιο έλλειμμα δημοκρατίας και πολύ περισσότερο τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αν ήταν έτσι θα έπρεπε να είχαν επιβληθεί σε δεκάδες άλλα καταπιεστικά καθεστώτα αυτού του πλανήτη με πρώτο και καλύτερο το γειτονικό μας. Κι όταν, ας πούμε, το φθινόπωρο του 2020, το Αζερμπαιτζάν εισέβαλε ύπουλα και απρόκλητα στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, η Ευρώπη έπρεπε να είναι στα κάγκελα, στο όνομα, αν μη τι άλλο, του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης, του αμιγώς αρμενικού πληθυσμού αυτού του ανεξάρτητου θύλακα.
- Θα μπορούσα να επεκταθώ σε πλείστα όσα παραδείγματα για να αποδείξω ότι η Γερμανία κάνει, εδώ και δεκαετίες, «ότι θέλει» σε όλα τα πεδία της ευρωπαικής πολιτικής συμπεριλαμβανομένης και της εξωτερικής.
Δεν χρειάζεται καν την τυπική κατάργηση του βέτο για την οποία τώρα πιέζει. Ολοι το ξέρουν εκτός, όπως είπαμε, από τους Γάλλους που νομίζουν, οι δύστυχοι, ότι έχουν λόγο στο ευρωπαικό γίγνεσθαι. Αλήθεια όμως, όταν έρθει η ώρα να συζητηθεί το «τέλος της ομοφωνίας», η ελληνική θέση ποια θα είναι;…