Του Στέλιου Τάτση

Στην Βόρεια Ελλάδα , στην περιοχή της Μακεδονίας και σε απόσταση 13 χιλιόμετρα βόρεια της πόλης της Δράμας, βρίσκεται ένα μικρό χωριό που ονομάζεται Σύψα η Ταξιάρχες, σήμερα οι μόνιμοι κάτοικοι είναι γύρω στους 200 κατοίκους. Η ασχολία τους ήταν και είναι η Γεωργία και η κτηνοτροφία. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των κατοίκων  στο χωριό εγκαταστάθηκε το 1928 ένας Ιερομόναχος  πρόσφυγας από την Γεωργία. Γεννήθηκε το 1901 στο Χαντίκ Τσάλκας της Γεωργίας και το κατά κόσμον όνομά του ήταν Αθανάσιος Καρσλίδης.

Από μικρός έμεινε ορφανός, λέγεται μάλιστα πως οι γονείς του πέθαναν την ίδια μέρα που γεννήθηκε. Μεγαλώνοντας είχε κλίση προς τα θεία. Σε ηλικία μόλις εννέα ετών έγινε δόκιμος μοναχός και σε ηλικία 18 ετών έγινε μοναχός και στη συνέχεια χειροτονήθηκε σε διάκονο το έτος 1919. Κατά την διάρκεια του Σταλινικού καθεστώτος που ξεκίνησαν οι διώξεις κατά των Χριστιανών, ο νεαρός τότε Ιεροδιάκονος συνελήφθη  ως  εχθρός του λαού και υπέστη, φυλακίσεις , ταπεινώσεις , ευτελισμούς δημόσιες διαπομπεύσεις και βασανισμούς.

Καταδικάστηκε σε θάνατο και τουφεκίστηκε, αλλά διασώθηκε θαυματουργικά. Το 1925 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και Πνευματικός και μετά από πολλές περιπέτειες πήγε το 1928 στο χωριό Σίψα -Ταξιάρχες της Δράμας όπου και έζησε τα τελευταία τριάντα χρόνια. Κατά την Τρίτη Βουλγαρική κατοχή της Δράμας το 1941 καταδικάστηκε πάλι σε θάνατο και ξανά σώθηκε θαυματουργικά.

Αγαπούσε ίδιαίτερα την χώρα του Γεωργία όπου είχε γεννηθεί , λειτουργούσε πολλές φορές στη Γεωργιανή Γλώσσα και πριν την κοίμησή του ζήτησε να τον ενταφιάσουν μαζί με τα Γεωργιανά Εκκλησιαστικά βιβλία του.Απεβίωσε στις 4 Νοεμβρίου το 1959. Με την εγκατάστασή του στο χωριό της Δράμας , άλλαξαν πολλά πράγματα, σιγά σιγά αλλά σταθερά, άρχισαν οι κάτοικοι της περιοχής να γνωρίζουν καλύτερα τα της θρησκείας, να συμπεριφέρονται με σεβασμό μεταξύ τους και να αλλάξει γενικά η ζωή τους προς το καλύτερο .Μεσολαβούσε και έλυνε τα μεταξύ τους προβλήματα, κήρυττε την μεταξύ τους αγάπη, τους εξομολογούσε και τους μετέδιδε την θεία κοινωνία τις Κυριακές.

Οι χωρικοί από αγάπη και εκτίμηση προς εκείνον του έφτιαξαν ένα μικρό ταπεινό και φτωχικό εκκλησάκι. Δύο περίπου χιλιόμετρα από το εκκλησάκι είχαν κάνει και ένα προσκυνητάρι με 2-3 εικόνες και το ονόμασαν Προφήτη Ηλία. Δρόμος δεν υπήρχε, ούτε και κανένα άλλο κτίσμα. Δεν υπήρχε δρόμος, μόνο ένα μικρό μονοπάτι. Σε καιρούς ανομβρίας, επειδή ο γέροντας υπέφερε από τα πόδια του τον κάθιζαν σε ένα γαϊδουράκι και πήγαιναν στον Προφήτη Ηλία , όπου υπάρχει ο Πλάτανος με το μεγάλο κοίλωμα στη μέση και όλοι μαζί έκαναν λιτανεία  και ως εκ θαύματος πριν προλάβουν να επιστρέψουν στο χωριό, άρχισε να βρέχει.

Κατά γενική ομολογία ο βίος του ήταν υποδειγματικός και πολλά τα θαύματα που έκανε και ο Οικουμενικός Πατριάρχης μετά της συνόδου του  τον ανεκήρυξαν εις Άγιον. Κατά την εκταφή των λειψάνων του, παρευρέθησαν ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κ.Βαρθολομαίος, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος, άλλοι πέντε Μητροπολίτες και πλήθος κόσμου.

Γύρω στο 2012 ο ομογενής και καλός μου φίλος Αλέξανδρος Παπαδόπουλος με καταγωγή από την Δράμα επισκέφθηκε  τον Προφήτη Ηλία  όλως τυχαίως και είδε τον πλάτανο όπου λειτουργούσε ο Γέροντας εγκαταλελειμένο στην λαίλαπα του χρόνου και του κίνησε το ενδιαφέρον να το αξιοποιήσει. Έτσι μετά από πολλές σκέψεις και επεμβάσεις κατάφερε να του δώσει την μορφή που βλέπετε στην φωτογραφία.

Έκτοτε το επισκέπτεται κάθε χρόνο , οργανώνει το πανηγύρι του Προφήτη Ηλία, το φροντίζει και το συντηρεί ο ίδιος με την οικογένειά του και τώρα πλέον όλοι οι κάτοικοι της περιοχής και οι διαβάτες που περνούν στέκονται και το προσκυνούν και με ευλάβεια πολύ τον Άγιό τους όλοι φιλούν.

Σήμερα χάριν του Αλέξανδρου το ερημικό, ταπεινό, όμορφο και ιδιόρρυθμο  εκκλησάκι έχει γίνει ένα από τα αξιοθέατα της περιοχής.

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here