Με πρόλογο από τον Κώστα Καραμανλή!
ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΣΥΝΤΑΞΗΣ (Νίκος Σταματάκης): Περιμέναμε αρκετό χρόνο τον καλό φίλο και πολύπειρο δημοσιογράφο Γιώργο Χαρβαλιά να ολοκληρώσει το πολύκροτο βιβλίο του για τον πολύπλευρο αρνητικό ρόλο των Γερμανών στα 77 χρόνια της μεταπολεμικής Ελλάδας και κυρίως για τον εξαγνισμό των εγκλημάτων τους στη διάρκεια του πολέμου, αλλά και για την τρομερή – συνεχιζόμενη – επιχείρηση τους να καταστήσουν την Ελλάδα αποικία τους. Σας προτρέπω να διαβάσετε το απόσπασμα στο δεύτερο μέρος της ανάρτησης μας όπου παρουσιάζεται η σφαγή αμάχων στην Κρήτη και ειδικά στην Κάνδανο την οποία επισκέφθηκα πρόσφατα και αντρίχιασα με τα γερμανικά εγκλήματα… Η σχετική έκθεση για τα εγκλήματα των Γερμανών στην Κρήτη από τον μεγάλο Νίκο Καζαντζάκη μυστηριωδώς εξαφανίσθηκε…
Επίσης εξαιρετική είναι η συνέντευξη του Χαρβαλιά στον Πάρι Καρβουνόπουλο που αμέσως ακαλουθεί. Εκεί συχητείται εκτενώς και το θέμα του Γερμανικού χρέους στην Ελλάδα που επιεικώς μετριέται σε εκατοντάδες εκατομμύρια…
Τα θερμά μας συγχαρητήρια!… Και ανυπομονούμε να πάρουμε στα χέρια μας το βιβλίο!…
Στο μεταξύ στην Αθήνα βράζουν οι φήμες για κάθοδο του Κώστα Καραμανλή στις εκλογές!…
===================
Αν νομίζετε ότι η μεταπολεμική Γερμανία τιμώρησε σκληρά τους Ναζί, ξόφλησε τα πολεμικά της χρέη, εγκατέλειψε τα επεκτατικά όνειρα και κατέκτησε με το σπαθί της το ηθικό ανάστημα για να ηγεμονεύει στην Ευρώπη, ίσως χρειαστεί να ξαναδιαβάσετε μερικά κεφάλαια της ιστορίας. Προς αυτή την κατεύθυνση προσφέρεται το βιβλίο «Γιαβόλ: Αίμα, Λήθη και Υποτέλεια» που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες από τις «Εκδόσεις Πεδίο», αναμένοντας να προκαλέσει ένα μικρό σεισμό.
Ο πολύπειρος δημοσιογράφος και αναλυτής Γιώργος Χαρβαλιάς, καταρρίπτει με εντυπωσιακή τεκμηρίωση έναν προς ένα τους δημοφιλείς αστικούς μύθους για την «καλή» δημοκρατική Γερμανία, αναδεικνύοντας τον πραγματικό ρόλο της στο διεθνές προσκήνιο και φωτίζοντας αθέατες όψεις του δωσιλογισμού που δεν επέτρεψαν σε διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις να διεκδικήσουν τις οφειλές από την ναζιστική κατοχή.
Η «άγνωστη ελληνογερμανική ιστορία», όπως ξεδιπλώνεται στις σελίδες του «Γιαβόλ», συνιστά ίσως το πιο χαρακτηριστικό case study μεταπολεμικής δεσποτείας μιας ισχυρής παραδοσιακής δύναμης προς μία εξαρτημένη οικονομικά χώρα της περιφέρειας του Ευρωπαικού Νότου η πολιτική ηγεσία της οποίας δεν είχε την δύναμη να αντισταθεί στις επιταγές των Μεγάλων, ακόμη και πολύ πρόσφατα με την υπαγωγή στα Μνημόνια. Με την μόνη διαφορά, όπως θυμίζει ο Γ. Χαρβαλιάς, ότι στην περίπτωση της Ελλάδας, ολετήρας και πάτρωνας ταυτόχρονα υπήρξε η Γερμανία. Χωρίς σήμερα να αναγνωρίζει, ούτε το συμβατικό της χρέος απέναντι σε μία οικονομία που ουσιαστικά η ίδια καταδίκασε σε τροχιά περιορισμένης ανάπτυξης, με την καταλήστευση της, την περίοδο της κατοχής.
Ανατρέχοντας στο χθες και στο σήμερα ο Γιώργος Χαρβαλιάς, εκτός από διαπιστώσεις προσφέρει και εξηγήσεις. Ξετυλίγει το αθέατο κουβάρι της διαπλοκής οικονομικών συμφερόντων στις δύο ακτές του Ατλαντικού που επέτρεψαν τον «εξαγνισμό εξπρές» του Ναζιστικού τέρατος με την συνταγή «λήθη χωρίς κάθαρση». Ανασύρει στο προσκήνιο το αρχικό σχέδιο του ευπατρίδη, Χένρυ Μόργκενταου, που ήθελε να μετατρέψει την Γερμανία σε απέραντη φάρμα ώστε να μην μπορέσει ποτέ ξανά να αποκτήσει βαριά βιομηχανία. Και αναλύει πώς τα σχέδια αυτά εμποδίστηκαν από ένα ισχυρό φιλογερμανικό λόμπι στην Ουάσιγκτον και την Γουολ Στρίτ με την επίκληση της «Κόκκινης Αρκούδας» και της σοβιετικής απειλής.
«Ο τρόπος γραφής του είναι γνωστός. Άμεσος, αιχμηρός, χωρίς αναστολές και καθωσπρεπισμούς. Μπορεί κάποιος να συμφωνεί ή να διαφωνεί μαζί του, μπορεί να αρέσκεται ή να ενοχλείται από τα γραπτά του. Κανείς όμως δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι κρύβει τις θέσεις του ή ότι τις καλύπτει με επαμφοτερίζουσες(γλυκανάλατες)διατυπώσεις», επισημαίνει ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής που προλογίζει το βιβλίο, χαρακτηρίζοντας ανεκτίμητη την συνεισφορά του στην περιγραφή, λεπτομερή εξιστόρηση και θεμελίωση των ελληνικών απαιτήσεων έναντι της Γερμανίας.
Στις σελίδες του «Γιαβόλ» που αναμένεται να προκαλέσει πολλές συζητήσεις οι ελληνικές διεκδικήσεις αναλύονται στο ιστορικό τους βάθος αναδεικνύοντας ένα μεγάλο παράδοξο: Ελάχιστα χρόνια μετά την λήξη του πολέμου οι Γερμανοί προσέγγισαν την Ελλάδα χωρίς κανένα σύμπλεγμα ενοχής, σε μία λογική περασμένα-ξεχασμένα. Αποκαμωμένοι από έναν εμφύλιο πόλεμο, άμεση απόρροια της ναζιστικής κατοχής, οι Ελληνες πολιτικοί προσπέρασαν την γερμανική αναίδεια, ψάχνοντας να βρουν τρόπους οικονομικής ανάταξης της χώρας. Συνέχισαν λοιπόν τις δοσοληψίες με τους Γερμανούς στη λογική business as usual. Aυτή την ξαφνική επαναφορά της «κανονικότητας» στις ελληνογερμανικές σχέσεις, πριν καλά-καλά στεγνώσει το αίμα των αθώων που σκοτώθηκαν στην διάρκεια της Κατοχής είναι ένα κεφάλαιο σκοτεινό και δυσάρεστο που έχει επίσης τις εξηγήσεις του. Αλλά στην πράξη δεν οδήγησε ποτέ σε πλήρη εξομάλυνση. Απλά οι εκκρεμότητες μπήκαν κάτω από το χαλί. Κουκουλώθηκαν.
Το «Γιαβόλ» φρεσκάρει σίγουρα τη μνήμη. Με τρόπο ζωντανό, αλλά και εμπεριστατωμένο. Γιατί όπως εξηγεί ο συγγραφέας του, από τη στιγμή που δεν έχει ρυθμιστεί η μεγαλύτερη συμβατική υποχρέωση της Γερμανίας, δηλαδή το Αναγκαστικό Δάνειο, δεν μπορούμε να μιλάμε για «περασμένα-ξεχασμένα». Το ιστορικό φορτίο εξακολουθεί να είναι πολύ βαρύ για λογαριασμό της Γερμανίας κάνοντας το ισοζύγιο ηθικής στις δύο χώρες να γέρνει επικίνδυνα…
===========================
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Οι σφαγές στην Κρήτη μέσα από την ξεχασμένη έκθεση Καζαντζάκη
“Στην Κάνδανο η γερµανική εκδικητικότητα ξεπέρασε κάθε όριο. Το εµβληµατικό αυτό κεφαλοχώρι στο κέντρο του Νοµού Χανίων στην κυριολεξία έσβησε από τον χάρτη. Τα σπίτια όχι µόνο πυρπολήθηκαν, αλλά κατεδαφίστηκαν. Αποθήκες, στάνες και δηµόσιοι χώροι ισοπεδώθηκαν. Ακόµη και όλα τα ζωντανά των κατοίκων της πυροβολήθηκαν. Σε αντίθεση µε άλλα εγκλήµατα τα οποία οι Ναζί απέφευγαν να διαφηµίζουν, στην περίπτωση της Κανδάνου ο παραδειγµατισµός έπρεπε να επικοινωνηθεί µε τον πιο κραυγαλέο τρόπο. Γι’ αυτό και, στην είσοδο του χωριού, ανάρτησαν, εν είδει Φαρ Ουέστ, µια πρόχειρη ξύλινη πινακίδα που έγραφε και στις δύο γλώσσες τη δικαιολογία για το απάνθρωπο έγκληµα: «Δια την κτηνώδη δολοφονίαν Γερμανών Αλεξιπτωτιστών, Αλπινιστών και του Μηχανικού από άνδρας, γυναίκας και παιδιά και παπάδες μαζί, και διότι ετόλμησαν να αντισταθούν κατά του Μεγάλου Ράιχ, κατεστράφη την 3/6/1941 η Κάνδανος εκ θεμελίων, δια να μην επανοικοδομηθεί ποτέ». Η πινακίδα έγινε µαρµάρινη δύο χρόνια αργότερα, κι ενώ τα αντίποινα συνεχίζονταν σε όλη την Κρήτη. Αυτή τη φορά η διατύπωση ήταν πιο λιτή: «Εδώ υπήρχε η Κάνδανος. Κατεστράφη προς εξιλασμόν της δολοφονίας 25 Γερμανών στρατιωτικών».
Ιθύνων νους αυτών των πρώτων επιχειρήσεων αντιποίνων στην Κρήτη ήταν ο επικεφαλής του σώµατος των Γερµανών Αλεξιπτωτιστών, στρατηγός Κουρτ Στούντεντ, που αισθανόταν κι ο ίδιος ζεµατισµένος από το µέγεθος των απωλειών. Για να εξευµενίσει τον Γκέρινγκ, που τον κατσάδιασε (ο ίδιος ο Χίτλερ δήλωσε ότι έπειτα από το προηγούµενο της Κρήτης όλες οι αεροµεταφερόµενες επιχειρήσεις τέτοιου είδους παύουν), σκέφτηκε να ξεσπάσει στον άµαχο πληθυσµό. Και έβαλε τους άντρες του να το κάνουν. Απλούς εικοσάχρονους στρατιώτες. Όχι τίποτα φανατικούς Ες-Ες από τα αποσπάσµατα θανάτου, για να εξηγούµαστε.
Δε φαντάζοµαι να εκπλαγείτε αν µάθετε ότι ο Στούντεντ έµεινε ατιµώρητος. Συνελήφθη στο τέλος του πολέµου και οδηγήθηκε σε βρετανικό στρατοδικείο το 1947, κατηγορούµενος όχι για τις εκτελέσεις αµάχων Κρητικών αλλά στρατιωτών του συµµαχικού αποσπάσµατος που υπεράσπιζε το νησί. Παρά τα καταιγιστικά στοιχεία που είχαν προκύψει εις βάρος του από µαρτυρίες στη Νυρεµβέργη, κρίθηκε ένοχος µόνο για τις τρεις κατηγορίες από τις οκτώ για τις οποίες παραπέµφθηκε. Και, βεβαίως, αυτές δεν είχαν καµία σχέση µε τα εγκλήµατα στην Κάνδανο και το Κοντοµαρί. Καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκιση, αλλά γρήγορα γρήγορα, το 1948, αποφυλακίστηκε κι αυτός για λόγους υγείας. Βεβαίως πέθανε τριάντα χρόνια αργότερα, πλήρης ηµερών και πλήρως… αποκατεστηµένος.
Τις πρώτες εβδοµάδες µετά τη Μάχη της Κρήτης εκτελέστηκαν για αντίποινα δύο χιλιάδες άµαχοι, περισσότεροι δηλαδή από όσους συνολικά δολοφονήθηκαν από τις δυνάµεις κατοχής µέχρι την αποχώρησή τους. Αµέσως µετά την απελευθέρωση, οι ελληνικές αρχές έστειλαν στο νησί µια διερευνητική επιτροπή διακεκριµένων πανεπιστηµιακών, υπό τον κορυφαίο, διεθνούς κύρους συγγραφέα Νίκο Καζαντζάκη, προκειµένου να καταγράψει τα εγκλήµατα των Ναζί. Ύστερα από µια περιοδεία 38 ηµερών στην κατεστραµµένη Κρήτη µε ένα χαλασµένο γερµανικό αυτοκίνητο, οι τρεις Έλληνες παρατηρητές παρέδωσαν ένα πολυσέλιδο χειρόγραφο ανεκτίµητης ιστορικής αξίας. Το πόρισµα της «Έκθεσης Κεντρικής Επιτροπής Ωµοτήτων εν Κρήτη» αποτελεί ένα ντοκουµέντο πρωτοφανούς εγκληµατικής δράσης, το οποίο από µόνο του θα δικαιολογούσε την καταβολή γενναίων αποζηµιώσεων εκ µέρους της Γερµανίας. Γιατί δεν περιορίζεται στην απαρίθµηση περιστατικών δολοφονικής βίας, αλλά καταγράφει και πλήθος υλικών ζηµιών που σκοπίµως προκάλεσαν οι εισβολείς, µε αποτέλεσµα να παραλύσει η οικονοµική ζωή του νησιού.
Οι περιγραφές των αντιποίνων, διατυπωµένες µε την πένα ενός τεράστιου διανοούµενου, όπως ο Καζαντζάκης, είναι πραγµατικά ανατριχιαστικές. Το µένος των Γερµανών εις βάρος του ντόπιου πληθυσµού ήταν έξω από κάθε λογική. Εκτός από σπίτια και δηµόσια κτίρια, πυρπολούσαν συστηµατικά και τις εκκλησίες, εκτελώντας πολλούς ρασοφόρους, επειδή πήραν µέρος στην ένοπλη αντίσταση. Αλλά αυτό που προκαλεί σοκ είναι το σαδιστικό παιχνίδι των Γερµανών απέναντι σε µελλοθάνατους. Συχνά καλούσαν µε µεγάφωνα τον πληθυσµό να µείνει στα χωριά του, δίνοντας λόγο στρατιωτικής τιµής ότι οι άµαχοι δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα για τη ζωή τους. Στη συνέχεια, έψαχναν ένα ένα τα σπίτια και συγκέντρωναν στην πλατεία τους υποψήφιους για εκτέλεση. Συνήθως άντρες και εφήβους, µε οριζόντια διαλογή, χωρίς κανένα ειδικό κριτήριο. Κυριολεκτικά, όποιον έβρισκαν µπροστά τους.
Από τη δολοφονική τους µανία όµως δεν ξέφευγαν και τα γυναικόπαιδα. Ακόµη και τα νεογέννητα βρέφη. Σε κάποιες περιπτώσεις, βρέθηκαν µωρά µε πολτοποιηµένα κεφάλια µε τους γονείς τους δίπλα νεκρούς, πυροβοληµένους εξ επαφής, αθώα θύµατα αυτών των απάνθρωπων εκκαθαριστικών επιχειρήσεων.
Ενδεικτικά ανασύρω το δράµα ενός πατέρα που οδηγήθηκε στο απόσπασµα αγκαλιά µε το τρίχρονο κοριτσάκι του, στο χωριό Αµιράς της επαρχίας Βιάννου: «Ο Εμμανουήλ Συμβουλάκης, συλληφθείς καθ’ ην στιγμήν εζήτει να διαφύγει, κρατών την τριετήν θυγατέραν του εις τας αγκάλας, περιελήφθη εις την ομαδικήν εκτέλεσιν, υποχρεωθείς να κρατεί το τέκνον του. Διαφυγών τας σφαίρας έπεσε καταγής προσποιηθείς τον νεκρόν· επειδή όμως το νήπιον έκλαιε, ένας Γερμανός στρατιώτης το επυροβόλησεν εκ του πλησίον και το εφόνευσεν. Ο δυστυχής πατήρ έμεινεν ώρας ακίνητος με τα αίματα και τον διεσκορπισμένον μυελόν του τέκνου του επί του προσώπου του, μέχρις ότου οι Γερμανοί, αφού έφαγον και διεσκέδασαν, απεχώρησαν…»
Ένα άλλο αγαπηµένο παιχνίδι των Γερµανών στρατιωτικών στην Κρήτη ήταν να αφήνουν στιγµιαίες ελπίδες στους µελλοθάνατους. Λίγο πριν τους εκτελέσουν, τους έλεγαν ότι ήρθε διαταγή να αφεθούν ελεύθεροι. Μόλις οι κρατούµενοι γύριζαν την πλάτη για να φύγουν, άρχιζε το κροτάλισµα των πολυβόλων. Οι κατακτητές διασκέδαζαν περισσότερο όταν τους πυροβολούσαν πισώπλατα.
Όλα αυτά καταγράφονται στην έκθεση µε στοιχεία. Δυστυχώς, όµως, το πόρισµα της επιτροπής Καζαντζάκη, σε αντίθεση µε το αντίστοιχο του καθηγητή Δηµήτρη Χόνδρου για τα εγκλήµατα των Βούλγαρων στην κατεχόµενη Μακεδονία, δε χρησιµοποιήθηκε ποτέ από τις ελληνικές διπλωµατικές αρχές. Παρότι παραδόθηκε στο υπουργείο Εξωτερικών, ξεχάστηκε σε κάποιο συρτάρι και στην πορεία κυριολεκτικά… εξαφανίστηκε. Όταν πολλά χρόνια αργότερα θέλησε να το αναζητήσει ο Δήµος Ηρακλείου, διαπιστώθηκε ότι το σχετικό έγγραφο δεν υπήρχε ούτε στα αρχεία του υπουργείου! Το πιθανότερο είναι πως έπεσε θύµα της πρώιµης αποκατάστασης των ελληνογερµανικών σχέσεων µετά τον πόλεµο και αφαιρέθηκε από το νοµικό οπλοστάσιο για τη διεκδίκηση των αποζηµιώσεων.[…]
Σχετικά πρόσφατα άρχισαν να πυκνώνουν στα ελληνικά µέσα οι αναφορές σχετικά µε τη θαµµένη έκθεση Καζαντζάκη και τις ωµότητες των Ναζί στην Κρήτη. Όµως, για όλα, ο γερµανικός ιστορικός ρεβιζιονισµός έχει εξηγήσεις, δικαιολογίες και συγχωροχάρτια. Αυτή τη φορά, τον ρόλο του πλυντηρίου ανέλαβε ένας δευτεροκλασάτος Γερµανός ιστορικός, περισσότερο γνωστός για τις απόψεις του στην Ελλάδα, παρά στη Γερµανία. Ο περιβόητος Χάιντς Ρίχτερ έγινε θέµα στα ελληνικά µέσα ενηµέρωσης όταν, καταµεσής της οικονοµικής κρίσης, τον Νοέµβριο του 2014, το Πανεπιστήµιο Κρήτης είχε την ατυχή έµπνευση να τον αναγορεύσει σε επίτιµο διδάκτορα.
Ο Ρίχτερ, που ποτέ δεν κατάφερε να αποκτήσει έδρα καθηγητή στο Πανεπιστήµιο του Μάνχαϊµ, όπου για αρκετά χρόνια δίδασκε προαιρετικά µαθήµατα, ήταν υποτίθεται ειδικός στη νεότερη ελληνική ιστορία και είχε εντρυφήσει ιδιαίτερα στην περίοδο της γερµανικής κατοχής. Το ωραίο της υπόθεσης είναι ότι απέκτησε το διδακτορικό του µε… υποτροφία της ελληνικής χούντας των συνταγµαταρχών, γεγονός αξιοπερίεργο, γιατί το ελληνικό στρατιωτικό καθεστώς δεν επιθυµούσε τις «άσκοπες µετακινήσεις» ξένων φοιτητών στην ελληνική επικράτεια. Για τον Ρίχτερ, όµως, αυτό δεν αποτελούσε πρόβληµα. Όπως οµολογεί αµήχανα και ο ίδιος, τα χρόνια της παραµονής του στην Αθήνα δεν πήγαινε στο Πανεπιστήµιο. «Έκανε απλώς έρευνα»…
Στη Δυτική Μάνη (χωρίον Άγιος Νίκων, πρώην Πολιάνα, Νομού Μεσσηνίας) τον Ιούνιο 1941 πεζοπόροι Γερμανοί στρατιώτες περνούσαν πεζή (δεν υπήρχε αμαξιτός δρόμος τα χρόνια εκείνα) μέρα μεσημέρι με πορεία από Καλαμάτα προς Αρεόπολη.
Διψασμένοι μέσα στην αφόρητη ζέστη εξεπλάγησαν όταν βρήκαν όλα τα σπίτια του χωριού κλειστά και τους κατοίκους να λείπουν. Είχαν πληροφορηθεί οι κάτοικοι ότι “έρχονται οι Γερμανοί” και κρύφτηκαν όλοι οικογενειακώς -συν γυναιξί και τέκνοις που λένε- στα άφθονα σπήλαια της περιοχής, παίρνοντας μαζί και τα κοπάδια τους.
Θύμωσαν οι Γερμανοί όχι μόνον γιατί θεώρησαν προσβλητική την ενέργεια των κατοίκων αλλά και γιατί οι υδατο-δεξαμενές (κοινώς “στέρνες”, γεμάτες από το χειμώνα με βρόχινο νερό) βρίσκονταν μέσα στα σπίτια, στα οποία δεν είχαν πρόσβαση οι Γερμανοί γιά να σβήσουν τη δίψα τους.
Ξεχύθηκαν λοιπόν στην ύπαιθρο να τιμωρήσουν παραδειγματικά όποιον συναντούσαν.
Κάποια στιγμή μόλις είδαν από μακρυά (600 περίπου m) εμένα (6 ετών τότε) και τον αδελφό μου (8 ετών εκείνος) να παίζουμε αμέριμνοι έξω από το σπήλαιο άρχισαν να μας πυροβολούν.
Μετά αστραπιαία υπόδειξη του μεγαλύτερου αδελφού μου (που δε ζεί τώρα, γιά να επιβεβαιώσει το γεγονός) πέσαμε και οι δύο κάτω και γλυτώσαμε. Μόνο τα μαλλιά μας (που ήταν άφθονα) είχαν καεί από τις σφαίρες.
Το γεγονός εθορύβησε τη μητέρα μας, η οποία (βλέποντας τα καμμένα μαλλιά μας) ανεφώνησε “πω πω πως δεν μου τα σκοτώσανε τα παιδιά”, έχοντας τύψεις γιά την αθέατη έξοδό μας από το σπήλαιο χωρίς εγκαίρως να την αντιληφθεί και να προλάβει τον κίνδυνο που διατρέξαμε, μέσα στην παιδική μας αθωότητα.
Το γεγονός συνειδητοποιήσαμε μεγαλώνοντας και εμείς.
Απαιτούμε (ακόμη και μετά το θάνατό μας) χρηματική αποζημίωση γιά μόνιμη ψυχική οδύνη ημών και των απογόνων μας, καταβληθησόμενη στο Ελληνικό Δημόσιο, αυξάνοντας τη συνολική γιά άλλους λόγους αποζημίωσή του.
Αρκεί κάποιος (κρατικός λειτουργός, δημοσιογράφος ; ) να την συμπεριλάβει στις απαιτήσεις της Ελλάδος από την Ενωμένη σήμερα και πανίσχυρη Γερμανία.
Θα νοιώσω ακόμη και τότε που θα βρίσκομαι στους ουρανούς κάποια ψυχική ικανοποίηση εάν και όποτε συμβεί αυτό.
Γράφω στις 18.02.2023 γιά όποιον ενδιαφερθεί και αρμοδίως προωθήσει το συγκεκριμένο, λογικό, δίκαιο και σαφές αίτημά μου όπου δει.-
Dr Σωτ. Γ. Παναγέας, στρατ. Ιατρός ε.α., ΠαθολογοΑνατόμος, ετών 88, κάτοικος (τώρα) Νέας Μάκρης Αττικής, επί της οδού Δαφνών 2 & Αεροπορίας 87 ΤΚ 190.05 Τηλ 0030.22940.96724